Σε πολλές υποθέσεις διαζυγίων ή συγκρούσεων γονέων για την επιμέλεια, το παιδί βρίσκεται παγιδευμένο ανάμεσα σε δύο κόσμους. Κάποιες φορές, όμως, τα όρια ξεπερνιούνται. Ο ένας γονέας – συνήθως αυτός που έχει την επιμέλεια – υποσκάπτει συστηματικά τη σχέση του παιδιού με τον άλλο γονέα, μέσω υπονομευτικών σχολίων, ψευδών κατηγοριών ή συναισθηματικής πίεσης. Το φαινόμενο αυτό, γνωστό ως γονική αποξένωση, αν και δεν αναφέρεται ρητά στον ελληνικό νόμο, έχει αναγνωριστεί δικαστικά ως μορφή ψυχολογικής κακοποίησης του παιδιού.
Τα ελληνικά δικαστήρια τα τελευταία χρόνια εξετάζουν σοβαρά τις καταγγελίες αποξένωσης, όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ένας γονέας αλλοιώνει τη σχέση του παιδιού με τον άλλο. Σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης αποξένωσης, τα δικαστήρια μπορούν να προχωρήσουν σε αλλαγή επιμέλειας, περιορισμό ή αναστολή του δικαιώματος επικοινωνίας, ή ακόμα και σε καταγγελία για παραμέληση υποχρέωσης εποπτείας ανηλίκου.
Η νομολογία περιλαμβάνει περιπτώσεις όπου μητέρες ή πατέρες έχασαν την επιμέλεια, επειδή κατηγορήθηκαν ότι συστηματικά στρέφουν το παιδί εναντίον του άλλου γονέα. Δεν αρκεί όμως μια απλή δήλωση. Απαιτείται σοβαρή τεκμηρίωση: καταθέσεις, εκθέσεις κοινωνικών λειτουργών ή ψυχολόγων, σχολικές αναφορές, μηνύματα ή συνομιλίες.
Η γονική αποξένωση δεν είναι διαφορά γονικής άποψης. Είναι συναισθηματική αποκοπή που αφήνει μόνιμα σημάδια στο παιδί. Και σε αυτό εστιάζει ο νόμος: στο συμφέρον του ανηλίκου, όχι στην αντιπαλότητα των γονέων. Γι’ αυτό και ο αποξενωμένος γονέας έχει το δικαίωμα – και την ευθύνη – να προσφύγει στο δικαστήριο, να ζητήσει επαναξιολόγηση της επιμέλειας, και να προστατεύσει τη σχέση του με το παιδί.
Το παιδί δεν είναι τρόπαιο, ούτε εργαλείο πίεσης. Η αποξένωση δεν είναι απλώς ανήθικη – είναι καταχρηστική και σε ορισμένες περιπτώσεις, παράνομη.
Η σωστή αντιμετώπιση ξεκινά από την έγκαιρη καταγραφή των συμπεριφορών, την αναζήτηση νομικής καθοδήγησης και – κυρίως – τη συγκέντρωση αποδείξεων. Αν πιστεύεις ότι υφίστασαι αποξένωση, μην σιωπήσεις.
